Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀπειρόκαλος
ἀπειρόπλους
ἄπειρος
ἄπειρος2
ἀπειροσύνη
ἀπειρότοκος
ἀπείρων
ἀπείρων2
ἀπεκδέχομαι
ἀπεκδύομαι
ἀπέκδυσις
ἀπεκλανθάνομαι
ἀπέκ
ἀπέκτητος
ἀπελαύνω
ἀπελεγμός
ἀπελέγχω
ἀπέλεθρος
ἀπελευθερία
ἀπελευθερικός
ἀπελεύθερος
View word page
ἀπέκδυσις
ἀπέκδυσις from ἀπεκδύομαι a putting off (like clothes), NTest.
ShortDef
a putting off
Debugging
Headword:
ἀπέκδυσις
Headword (normalized):
ἀπέκδυσις
Headword (normalized/stripped):
απεκδυσις
IDX:
3800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3801
Key:
a)pe/kdusis
Data
{'content': 'ἀπέκδυσις\n from ἀπεκδύομαι\n a putting off (like clothes), NTest.', 'key': 'a)pe/kdusis'}