Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἄπειμι
ἀπεῖπον
Ἀπειραῖος
ἀπείραστος
ἀπείργαθον
ἀπείργω
ἀπειρέσιος
Ἀπείρηθεν
ἀπείρητος
ἀπειρία
ἀπειρία
ἀπείριτος
ἀπειρόδροσος
ἀπειρόκακος
ἀπειροκαλία
ἀπειρόκαλος
ἀπειρόπλους
ἄπειρος
ἄπειρος2
ἀπειροσύνη
ἀπειρότοκος
View word page
ἀπειρία
ἀπειρία ἄπειροs2 infinity, Plat.
ShortDef
want of skill, inexperience
infinity
Debugging
Headword:
ἀπειρία
Headword (normalized):
ἀπειρία
Headword (normalized/stripped):
απειρια
IDX:
3785
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3786
Key:
a)peiri/a2
Data
{'content': 'ἀπειρία\n ἄπειροs2\n infinity, Plat.', 'key': 'a)peiri/a2'}