Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀγώνισμα
ἀγωνισμός
ἀγωνιστέον
ἀγωνιστής
ἀγωνιστικός
ἀγωνοθεσία
ἀγωνοθετέω
ἀγωνοθέτης
ἀγών
ἄγω
ἀδαημονία
ἀδαήμων
ἀδαής
ἀδάητος
ἄδαιτος
ἀδακρυτί
ἀδάκρυτος
ἀδαμάντινος
ἀδαμαντόδετος
ἀδάμας
ἀδάμαστος
View word page
ἀδαημονία
ἀδαημονία From ἀδαήμων ignorance or unskilfulness in doing, c. inf., Od.

ShortDef

ignorance

Debugging

Headword:
ἀδαημονία
Headword (normalized):
ἀδαημονία
Headword (normalized/stripped):
αδαημονια
IDX:
368
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n368
Key:
a)dahmoni/a

Data

{'content': 'ἀδαημονία\n From ἀδαήμων\n ignorance or unskilfulness in doing, c. inf., Od.', 'key': 'a)dahmoni/a'}