Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπαλέξω
ἀπαληθεύω
ἀπαλθαίνομαι
ἀπαλλαγή
ἀπαλλακτέος
ἀπαλλαξείω
ἀπαλλάσσω
ἀπαλλοτριόω
ἀπαλλοτρίωσις
ἀπαλοάω
ἁπαλόθριξ
ἁπαλός
ἁπαλότης
ἁπαλοτρεφής
ἁπαλόφρων
ἁπαλόχροος
ἁπαλύνω
ἀπαμαλδύνω
ἀπαμάω
ἀπαμβλίσκω
ἀπαμβλύνω
View word page
ἁπαλόθριξ
ἁπαλόθριξ soft-haired, Eur.

ShortDef

soft-haired

Debugging

Headword:
ἁπαλόθριξ
Headword (normalized):
ἁπαλόθριξ
Headword (normalized/stripped):
απαλοθριξ
IDX:
3651
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3652
Key:
a(palo/qric

Data

{'content': 'ἁπαλόθριξ\n soft-haired, Eur.', 'key': 'a(palo/qric'}