Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀπαλγέω
ἀπαλείφω
ἀπαλέξω
ἀπαληθεύω
ἀπαλθαίνομαι
ἀπαλλαγή
ἀπαλλακτέος
ἀπαλλαξείω
ἀπαλλάσσω
ἀπαλλοτριόω
ἀπαλλοτρίωσις
ἀπαλοάω
ἁπαλόθριξ
ἁπαλός
ἁπαλότης
ἁπαλοτρεφής
ἁπαλόφρων
ἁπαλόχροος
ἁπαλύνω
ἀπαμαλδύνω
ἀπαμάω
View word page
ἀπαλλοτρίωσις
ἀπαλλοτρίωσις from ἀπαλλοτριόω alienation, Arist.
ShortDef
alienation
Debugging
Headword:
ἀπαλλοτρίωσις
Headword (normalized):
ἀπαλλοτρίωσις
Headword (normalized/stripped):
απαλλοτριωσις
IDX:
3649
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3650
Key:
a)pallotri/wsis
Data
{'content': 'ἀπαλλοτρίωσις\n from ἀπαλλοτριόω\n alienation, Arist.', 'key': 'a)pallotri/wsis'}