Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὠρεσίδουπος
ὡρεσιδώτης
ὠρεύω
ὡρηφόρος
ὡρικός
ὥριμος
ὥριος
Ὠρίων
ὡροθετέω
ὡροθέτης
ὡρόμαντις
ὡρονομέω
ὧρος
ὦρος
ὠρυγή
ὠρυθμός
ὠρύομαι
ὡσάν
ὡσαύτως
ὡσεί
ὡς
View word page
ὡρόμαντις
ὡρόμαντις ὡρό-μαντις, εως, the hour-prophet, of the cock, Babr.
ShortDef
the hour-prophet (rooster)
Debugging
Headword:
ὡρόμαντις
Headword (normalized):
ὡρόμαντις
Headword (normalized/stripped):
ωρομαντις
IDX:
36413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36454
Key:
w(ro/mantis
Data
{'content': 'ὡρόμαντις\n ὡρό-μαντις, εως,\n the hour-prophet, of the cock, Babr.', 'key': 'w(ro/mantis'}