Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὠγμός
Ὠγυγία
Ὠγύγιος
ᾨδεῖον
ὧδε
ᾠδή
ᾠδικός
ὠδίνω
ὡδί
ὠδίς
ᾠδοποιός
ᾠδός
ὤεον
ὤζω
ὠή
ὠθέω
ὠθίζω
ὠθισμός
ὦκα
Ὠκεανίνη
Ὠκεανίς
View word page
ᾠδοποιός
ᾠδοποιός ᾠδο-ποιός, όν ποιέω making songs or odes, Theocr.

ShortDef

making songs

Debugging

Headword:
ᾠδοποιός
Headword (normalized):
ᾠδοποιός
Headword (normalized/stripped):
ωδοποιος
IDX:
36313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36354
Key:
w)|dopoio/s

Data

{'content': 'ᾠδοποιός\n ᾠδο-ποιός, όν\n ποιέω\n making songs or odes, Theocr.', 'key': 'w)|dopoio/s'}