Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ψῦχος
ψυχοσσόος
ψυχοτακής
ψυχόω
ψυχροδόχος
ψυχρολογέω
ψυχρολογία
ψυχρολόγος
ψυχρόομαι
ψυχρός
ψυχρότης
ψύχω
ψωλός
ψωμίζω
ψωμίον
ψώμισμα
ψωμός
ψωραλέος
ψώρα
ψωράω
ψώχω
View word page
ψυχρότης
ψυχρότης ψυχρότης, ητος, ἡ, coldness, cold, Plat. metaph. of persons, coldness of heart, Dem.: sluggishness, Plut.

ShortDef

coldness, cold

Debugging

Headword:
ψυχρότης
Headword (normalized):
ψυχρότης
Headword (normalized/stripped):
ψυχροτης
IDX:
36290
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36331
Key:
yuxro/ths

Data

{'content': 'ψυχρότης\n ψυχρότης, ητος, ἡ,\n coldness, cold, Plat.\n metaph. of persons, coldness of heart, Dem.: sluggishness, Plut.', 'key': 'yuxro/ths'}