Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ψυχαγωγία
ψυχαγωγικός
ψυχαγωγός
ψυχαπάτης
ψυχάριον
ψυχεινός
ψυχήϊος
ψυχή
ψυχίδιον
ψυχικός
ψυχοδαϊκτής
ψυχοδοτήρ
ψυχολιπής
ψυχομαχέω
ψυχομαχία
ψυχοπλανής
ψυχοπομπός
ψυχορραγέω
ψυχορραγής
ψῦχος
ψυχοσσόος
View word page
ψυχοδαϊκτής
ψυχοδαϊκτής ψῡχο-δαΐκτης, ου, ὁ, killing the soul, Anth.

ShortDef

destroying

Debugging

Headword:
ψυχοδαϊκτής
Headword (normalized):
ψυχοδαϊκτής
Headword (normalized/stripped):
ψυχοδαικτης
IDX:
36271
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36312
Key:
yuxodai/kths

Data

{'content': 'ψυχοδαϊκτής\n ψῡχο-δαΐκτης, ου, ὁ,\n killing the soul, Anth.', 'key': 'yuxodai/kths'}