Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ψηφοφορέω
ψηφοφορία
ψηφοφόρος
ψήχω
ψίαθος
ψιάς
ψίζω
ψιθυρίζω
ψιθύρισμα
ψιθυρισμός
ψιθυριστής
ψίθυρος
ψιλικός
ψιλομετρία
ψιλός
ψιλότης
ψιλόω
ψιλόω
ψιμύθιον
ψιμυθιόω
ψίμυθος
View word page
ψιθυριστής
ψιθυριστής ψῐθῠριστής, οῦ, ὁ, from ψῐθῠρίζω a whisperer: a slanderer, NTest.

ShortDef

a whisperer: a slanderer

Debugging

Headword:
ψιθυριστής
Headword (normalized):
ψιθυριστής
Headword (normalized/stripped):
ψιθυριστης
IDX:
36228
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36269
Key:
yiquristh/s

Data

{'content': 'ψιθυριστής\n ψῐθῠριστής, οῦ, ὁ,\n from ψῐθῠρίζω\n a whisperer: a slanderer, NTest.', 'key': 'yiquristh/s'}