Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ψευδόφημος
ψευδοφίλιππος
ψευδόχριστος
ψευδώνυμος
ψεύδω
ψεύδω
ψευσίστυξ
ψεῦσμα
ψευστέω
ψεύστης
ψεφαυγής
ψεφηνός
ψέφος
ψῆγμα
ψήκτρα
ψηλαφάω
ψηλάφημα
ψηνίζω
ψήν
ψῆξις
ψῆττα
View word page
ψεφαυγής
ψεφαυγής ψεφ-αυγής, ές αὐγή dark-gleaming, i.e. glimmering, gloomy, Eur.

ShortDef

dark-gleaming

Debugging

Headword:
ψεφαυγής
Headword (normalized):
ψεφαυγής
Headword (normalized/stripped):
ψεφαυγης
IDX:
36198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36239
Key:
yefaugh/s

Data

{'content': 'ψεφαυγής\n ψεφ-αυγής, ές\n αὐγή\n dark-gleaming, i.e. glimmering, gloomy, Eur.', 'key': 'yefaugh/s'}