Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀπᾴδω
ἀπαείρω
ἀπαθανατίζω
ἀπάθεια
ἀπαθής
ἀπαιγειρόομαι
ἀπαιδαγώγητος
ἀπαιδευσία
ἀπαίδευτος
ἀπαιδία
ἀπαιθριάζω
ἀπαίνυμαι
ἀπαιολάω
ἀπαιόλη
ἀπαίρω
ἄπαις
ἀπαΐσσω
ἀπαισχύνομαι
ἀπαιτέω
ἀπαίτησις
ἀπαιτίζω
View word page
ἀπαιθριάζω
ἀπαιθριάζω αἰθρία to clear away clouds from the sky, Ar.

ShortDef

to clear away

Debugging

Headword:
ἀπαιθριάζω
Headword (normalized):
ἀπαιθριάζω
Headword (normalized/stripped):
απαιθριαζω
IDX:
3621
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3622
Key:
a)paiqria/zw

Data

{'content': 'ἀπαιθριάζω\n αἰθρία\n to clear away clouds from the sky, Ar.', 'key': 'a)paiqria/zw'}