Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ψαφαρός
ψαφαρόχροος
ψάω
ψέγω
ψεδνός
ψεκάζω
ψεκάς
ψέκτης
ψεκτός
ψέλιον
ψελιοφόρος
ψελιόω
ψελλίζω
ψελλισμός
ψελλός
ψευδαγγελέω
ψευδαγγελία
ψευδάγγελος
ψευδάδελφος
ψευδαμάμαξυς
ψευδαπόστολος
View word page
ψελιοφόρος
ψελιοφόρος ψελιο-φόρος, ον, φέρω wearing bracelets, Hdt.
ShortDef
wearing bracelets
Debugging
Headword:
ψελιοφόρος
Headword (normalized):
ψελιοφόρος
Headword (normalized/stripped):
ψελιοφορος
IDX:
36145
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36186
Key:
yeliofo/ros
Data
{'content': 'ψελιοφόρος\n ψελιο-φόρος, ον,\n φέρω\n wearing bracelets, Hdt.', 'key': 'yeliofo/ros'}