Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
χωρέω
χωρίζω
χωρίον
χωρισμός
χωρίς
χωριστέος
χωριστός
χωρίτης
χωριτικός
χωρογραφέω
χωρογραφικός
χωρογράφος
Χῶρος
χῶρος
χωροφιλέω
χῶσις
χωστός
ψαίρω
ψαιστός
ψαίστωρ
ψακάζω
View word page
χωρογραφικός
χωρογραφικός χωρογρᾰφικός, ή, όν of or for the description of countries, Strab. from χωρογράφος (ᾰ)
ShortDef
of or for the description of countries
Debugging
Headword:
χωρογραφικός
Headword (normalized):
χωρογραφικός
Headword (normalized/stripped):
χωρογραφικος
IDX:
36098
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36139
Key:
xwrografiko/s
Data
{'content': 'χωρογραφικός\n χωρογρᾰφικός, ή, όν\n of or for the description of countries, Strab.\n from χωρογράφος (ᾰ)', 'key': 'xwrografiko/s'}