Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χρωτίζω
χύδην
χυλός
χυμός
χύσις
χυτλάζω
χύτλον
χυτλόω
χυτός
χύτρα
χυτρεοῦς
χυτρεύς
χυτρίδιον
χυτρίς
χυτρόπους
χύτρος
χωλαίνω
χωλεία
χωλεύω
χωλίαμβος
χωλοποιός
View word page
χυτρεοῦς
χυτρεοῦς χύτρα of earthenware, Ar.

ShortDef

of earthenware

Debugging

Headword:
χυτρεοῦς
Headword (normalized):
χυτρεοῦς
Headword (normalized/stripped):
χυτρεους
IDX:
36071
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36112
Key:
xutreou=s

Data

{'content': 'χυτρεοῦς\n χύτρα\n of earthenware, Ar.', 'key': 'xutreou=s'}