Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
χρυσόκομος
χρυσολογέω
χρυσολόγος
χρυσόλογχος
χρυσολύρης
χρυσόμαλλος
χρυσομηλολόνθιον
χρυσομίτρης
χρυσόνωτος
χρυσόπαστος
χρυσοπέδιλος
χρυσοπήληξ
χρυσοπλόκαμος
χρυσοπλύσιον
χρυσοποιός
χρυσόπρασος
χρυσόπρυμνος
χρυσόπτερος
χρυσόραπις
χρυσορόης
χρυσόρραπις
View word page
χρυσοπέδιλος
χρυσοπέδιλος χρῡσο-πέδῑλος, ον, πέδιλον gold-sandalled, Od., Hes.
ShortDef
gold-sandalled
Debugging
Headword:
χρυσοπέδιλος
Headword (normalized):
χρυσοπέδιλος
Headword (normalized/stripped):
χρυσοπεδιλος
IDX:
36011
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n36052
Key:
xrusope/dilos
Data
{'content': 'χρυσοπέδιλος\n χρῡσο-πέδῑλος, ον,\n πέδιλον\n gold-sandalled, Od., Hes.', 'key': 'xrusope/dilos'}