Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
χρηματισμός
χρηματιστέος
χρηματιστήριον
χρηματιστής
χρηματιστικός
χρηματοδαίτης
χρηματοποιός
χρημοσύνη
χρή
χρῆ
χρησιμεύω
χρήσιμος
χρῆσις
χρησμαγόρης
χρησμηγορέω
χρησμολογέω
χρησμολόγος
χρησμοποιός
χρησμός
χρησμοσύνη
χρησμοφύλαξ
View word page
χρησιμεύω
χρησιμεύω χρησῐμεύω, to be useful or serviceable, τινί to one, Luc.
ShortDef
to be useful
Debugging
Headword:
χρησιμεύω
Headword (normalized):
χρησιμεύω
Headword (normalized/stripped):
χρησιμευω
IDX:
35912
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35953
Key:
xrhsimeu/w
Data
{'content': 'χρησιμεύω\n χρησῐμεύω,\n to be useful or serviceable, τινί to one, Luc.', 'key': 'xrhsimeu/w'}