Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
χνοάω
χνόη
χνόος
χοανεύω
χοάνη
χόανος
χοή
χοήρης
χοηφόρος
χοϊκός
χοινικίς
χοῖνιξ
χοιραδώδης
χοιράς
χοίρειος
χοιρίνη
χοίρινος
χοιρίον
χοιροκομεῖον
χοιροκτόνος
χοιροπώλης
View word page
χοινικίς
χοινικίς χοινῐκίς, ίδος, ἡ, χοῖνιξ the circle of a crown, Dem.
ShortDef
the circle
Debugging
Headword:
χοινικίς
Headword (normalized):
χοινικίς
Headword (normalized/stripped):
χοινικις
IDX:
35813
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35854
Key:
xoiniki/s
Data
{'content': 'χοινικίς\n χοινῐκίς, ίδος, ἡ,\n χοῖνιξ\n the circle of a crown, Dem.', 'key': 'xoiniki/s'}