Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χλίω
χλοαυγής
χλοερός
χλοεροτρόφος
χλοηκομέω
χλόη
χλοηρός
χλοηφόρος
χλούνης
χλοῦνις
χλωρηΐς
χλωρόκομος
χλωρός
χλωρότης
χναύω
χνοάζω
χνοάω
χνόη
χνόος
χοανεύω
χοάνη
View word page
χλωρηΐς
χλωρηΐς χλωρηΐς, ίδος, poet. fem. of χλωρός pale-green, brown-green, of the nightingale, Od.

ShortDef

pale-green, brown-green

Debugging

Headword:
χλωρηΐς
Headword (normalized):
χλωρηΐς
Headword (normalized/stripped):
χλωρηις
IDX:
35797
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35838
Key:
xlwrhi/s

Data

{'content': 'χλωρηΐς\n χλωρηΐς, ίδος,\n poet. fem. of χλωρός\n pale-green, brown-green, of the nightingale, Od.', 'key': 'xlwrhi/s'}