Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
χλαινόω
χλαίνωμα
χλαμυδηφόρος
χλαμύδιον
χλαμυδοειδής
χλαμυδουργία
χλαμυδουργός
χλαμύς
χλανίδιον
χλανιδοποιία
χλανιδοποιός
χλανίσκιον
χλανίς
χλαρός
χλευάζω
χλευασία
χλευασμός
χλευαστής
χλεύη
χλῆδος
χλιαίνω
View word page
χλανιδοποιός
χλανιδοποιός χλᾰνῐδο-ποιός, όν ποιέω making χλανίδες.
ShortDef
making
Debugging
Headword:
χλανιδοποιός
Headword (normalized):
χλανιδοποιός
Headword (normalized/stripped):
χλανιδοποιος
IDX:
35770
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35811
Key:
xlanidopoio/s
Data
{'content': 'χλανιδοποιός\n χλᾰνῐδο-ποιός, όν\n ποιέω\n making χλανίδες.', 'key': 'xlanidopoio/s'}