Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
χλαῖνα
χλαινίον
χλαινόω
χλαίνωμα
χλαμυδηφόρος
χλαμύδιον
χλαμυδοειδής
χλαμυδουργία
χλαμυδουργός
χλαμύς
χλανίδιον
χλανιδοποιία
χλανιδοποιός
χλανίσκιον
χλανίς
χλαρός
χλευάζω
χλευασία
χλευασμός
χλευαστής
χλεύη
View word page
χλανίδιον
χλανίδιον χλᾰνίδιον (ῐ), ου, τό, Dim. of χλανίς mostly a womanʼs mantle, Hdt., Soph., Eur.
ShortDef
a woman's mantle
Debugging
Headword:
χλανίδιον
Headword (normalized):
χλανίδιον
Headword (normalized/stripped):
χλανιδιον
IDX:
35768
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35809
Key:
xlani/dion
Data
{'content': 'χλανίδιον\n χλᾰνίδιον (ῐ), ου, τό,\n Dim. of χλανίς\n mostly a womanʼs mantle, Hdt., Soph., Eur.', 'key': 'xlani/dion'}