Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χιών
χλάδω
χλαῖνα
χλαινίον
χλαινόω
χλαίνωμα
χλαμυδηφόρος
χλαμύδιον
χλαμυδοειδής
χλαμυδουργία
χλαμυδουργός
χλαμύς
χλανίδιον
χλανιδοποιία
χλανιδοποιός
χλανίσκιον
χλανίς
χλαρός
χλευάζω
χλευασία
χλευασμός
View word page
χλαμυδουργός
χλαμυδουργός χλᾰμῠδουργός, οῦ, ὁ, ἔργω a maker of χλαμύδες.

ShortDef

a maker of χλαμύδες

Debugging

Headword:
χλαμυδουργός
Headword (normalized):
χλαμυδουργός
Headword (normalized/stripped):
χλαμυδουργος
IDX:
35766
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35807
Key:
xlamudourgo/s

Data

{'content': 'χλαμυδουργός\n χλᾰμῠδουργός, οῦ, ὁ,\n ἔργω\n a maker of χλαμύδες.', 'key': 'xlamudourgo/s'}