Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χειρουργία
χειρουργικός
χειρουργός
χειρόω
χείρ
χείρωμα
χειρωναξία
χειρῶναξ
Χειρωνίς
χείρων
Χείρων
χελεύς
χελιδόνειος
χελιδόνιον
χελιδόνιος
χελιδόνισμα
χελιδονίς
χελιδών
χελύνη
χέλυς
χελώνη
View word page
Χείρων
Χείρων Χείρων, ωνος, ὁ, χείρ Cheiron, one of the Centaurs, a famous chirurgeon (cf. χειρουργός II), teacher of Achilles, Il.

ShortDef

Cheiron
worse, meaner, inferior

Debugging

Headword:
Χείρων
Headword (normalized):
χείρων
Headword (normalized/stripped):
χειρων
IDX:
35644
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35684
Key:
*xei/rwn

Data

{'content': 'Χείρων\n Χείρων, ωνος, ὁ,\n χείρ\n Cheiron, one of the Centaurs, a famous chirurgeon (cf. χειρουργός II), teacher of Achilles, Il.', 'key': '*xei/rwn'}