Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀξιοσπούδαστος
ἄξιος
ἀξιοστράτηγος
ἀξιοτέκμαρτος
ἀξιοφίλητος
ἀξιόχρεως
ἀξιόω
ἀξίωμα
ἀξίωσις
ἀξόανος
ἀξόνιος
ἀξυγκρότητος
ἄξυλος
ἀξύστατος
ἄξων
ἄοζος
ἀοιδή
ἀοιδιάω
ἀοίδιμος
ἀοιδοθέτης
ἀοιδομάχος
View word page
ἀξόνιος
ἀξόνιος ἄξων belonging to the axle, Anth.

ShortDef

belonging to the axle

Debugging

Headword:
ἀξόνιος
Headword (normalized):
ἀξόνιος
Headword (normalized/stripped):
αξονιος
IDX:
3564
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3565
Key:
a)co/nios

Data

{'content': 'ἀξόνιος\n ἄξων\n belonging to the axle, Anth.', 'key': 'a)co/nios'}