Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χειά
χειλοποτέω
χεῖλος
χειλόω
χειμάδιον
χειμάζω
χειμαίνω
χεῖμα
χείμαρος
χειμάρροος
χειμαρρώδης
χειμασία
χειμασκέω
χειμερίζω
χειμερινός
χειμέριος
χειμοφυγέω
χειμών
χειραγωγέω
χειραγωγός
χειραπτάζω
View word page
χειμαρρώδης
χειμαρρώδης χειμαρ-ρώδης, ες εἶδος like a torrent, Strab.

ShortDef

like a torrent

Debugging

Headword:
χειμαρρώδης
Headword (normalized):
χειμαρρώδης
Headword (normalized/stripped):
χειμαρρωδης
IDX:
35596
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35636
Key:
xeimarrw/dhs

Data

{'content': 'χειμαρρώδης\n χειμαρ-ρώδης, ες\n εἶδος\n like a torrent, Strab.', 'key': 'xeimarrw/dhs'}