Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χαριστήριος
χαριτία
χαριτοβλέφαρος
χαριτογλωσσέω
χαριτόω
χαριτώπης
χάρμα
χάρμη
χαρμονή
χαρμόσυνος
χαρμόφρων
χαροπός
χαροπότης
χαρτάριον
χάρτη
χάρτης
χαρτός
Χάρυβδις
Χαρωνῖται
Χάρων
χασκάζω
View word page
χαρμόφρων
χαρμόφρων χαρμό-φρων, ονος, ὁ, ἡ, φρήν heart-delighting, or of joyous heart, Hhymn.

ShortDef

heart-delighting

Debugging

Headword:
χαρμόφρων
Headword (normalized):
χαρμόφρων
Headword (normalized/stripped):
χαρμοφρων
IDX:
35557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35597
Key:
xarmo/frwn

Data

{'content': 'χαρμόφρων\n χαρμό-φρων, ονος, ὁ, ἡ,\n φρήν\n heart-delighting, or of joyous heart, Hhymn.', 'key': 'xarmo/frwn'}