Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χαλκουργός
χαλκοῦς
χαλκοφάλαρος
χαλκοχάρμης
χαλκοχίτων
χαλκόχυτος
χαλκόω
χάλκωμα
Χαλυβδικός
χάλυβος
Χάλυψ
χαμάδις
χαμᾶζε
χαμᾶθεν
χαμαιγενής
χαμαιεύνης
χαμαίζηλος
χαμαικοιτέω
χαμαικοίτης
χαμαιλεχής
χαμαιλέων
View word page
Χάλυψ
Χάλυψ Χάλυψ (ᾰ), ῠβος, one of the nation of the Chalybes in Pontus, famous for the preparation of steel, Hdt., etc.; οἱ σιδηροτέκτονες Χάλυβες Aesch. as appellat., χάλυψ, hardened iron, steel, Aesch., Soph.

ShortDef

hardened iron, steel
one of the nation of the Chalybes

Debugging

Headword:
Χάλυψ
Headword (normalized):
χάλυψ
Headword (normalized/stripped):
χαλυψ
IDX:
35498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35538
Key:
*xa/luy

Data

{'content': 'Χάλυψ\n Χάλυψ (ᾰ), ῠβος,\n one of the nation of the Chalybes in Pontus, famous for the preparation of steel, Hdt., etc.; οἱ σιδηροτέκτονες Χάλυβες Aesch.\n as appellat., χάλυψ, hardened iron, steel, Aesch., Soph.', 'key': '*xa/luy'}