Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
χαλκόπυλος
χαλκοπώγων
χαλκός
χαλκοστέφανος
χαλκόστομος
χαλκότευκτος
χαλκότοξος
χαλκοτορέω
χαλκότορος
χαλκοτύπος
χαλκότυπος
χαλκουργικός
χαλκουργός
χαλκοῦς
χαλκοφάλαρος
χαλκοχάρμης
χαλκοχίτων
χαλκόχυτος
χαλκόω
χάλκωμα
Χαλυβδικός
View word page
χαλκότυπος
χαλκότυπος cf. χαλκοτύπος τύπτω pass. struck with brass, inflicted with brasen arms, Il.
ShortDef
struck with brass, inflicted with brasen arms
Debugging
Headword:
χαλκότυπος
Headword (normalized):
χαλκότυπος
Headword (normalized/stripped):
χαλκοτυπος
IDX:
35486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35526
Key:
xalko/tupos
Data
{'content': 'χαλκότυπος\n cf. χαλκοτύπος\n τύπτω\n pass. struck with brass, inflicted with brasen arms, Il.', 'key': 'xalko/tupos'}