Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χάλκειος
χαλκέλατος
χαλκέμβολος
χαλκεντής
χαλκεοθώραξ
χαλκεοκάρδιος
χαλκεομήστωρ
χαλκεόπεζος
χαλκέοπλος
χάλκεος
χαλκεοτευχής
χαλκεόφωνος
χάλκευμα
χαλκεύς
χαλκευτής
χαλκευτικός
χαλκευτός
χαλκεύω
χαλκέων
χαλκηδών
χαλκήλατος
View word page
χαλκεοτευχής
χαλκεοτευχής χαλκεο-τευχής, ές τεῦχος armed in brass, Eur.

ShortDef

armed in brass

Debugging

Headword:
χαλκεοτευχής
Headword (normalized):
χαλκεοτευχής
Headword (normalized/stripped):
χαλκεοτευχης
IDX:
35435
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35475
Key:
xalkeoteuxh/s

Data

{'content': 'χαλκεοτευχής\n χαλκεο-τευχής, ές\n τεῦχος\n armed in brass, Eur.', 'key': 'xalkeoteuxh/s'}