Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

χαιρηδών
χαίρω
χαιτήεις
χαίτη
χαίτωμα
χάλαζα
χαλαζάω
χαλαζεπής
χαλαζήεις
χαλαίνω
χαλαργός
χαλαρός
χαλαρότης
χάλασις
χάλασμα
Χαλαστραῖος
χαλάω
Χαλδαῖος
χαλεπαίνω
χαλεπός
χαλεπότης
View word page
χαλαργός
χαλαργός χᾱλαργός, όν Doric for χηλαργός.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
χαλαργός
Headword (normalized):
χαλαργός
Headword (normalized/stripped):
χαλαργος
IDX:
35395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35435
Key:
xalargo/s

Data

{'content': 'χαλαργός\n χᾱλαργός, όν\n Doric for χηλαργός.', 'key': 'xalargo/s'}