Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φωριαμός
φωρίδιος
φώριος
φώρ
φώς
φωστήρ
φωσφόρος
φωταγωγός
φωτεινός
φωτίζω
φωτισμός
χάζω
χάϊος
χαιρηδών
χαίρω
χαιτήεις
χαίτη
χαίτωμα
χάλαζα
χαλαζάω
χαλαζεπής
View word page
φωτισμός
φωτισμός from φωτίζω φωτισμός, οῦ, ὁ, illumination, light, NTest.
ShortDef
illumination, light
Debugging
Headword:
φωτισμός
Headword (normalized):
φωτισμός
Headword (normalized/stripped):
φωτισμος
IDX:
35382
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35422
Key:
fwtismo/s
Data
{'content': 'φωτισμός\n from φωτίζω\n φωτισμός, οῦ, ὁ,\n illumination, light, NTest.', 'key': 'fwtismo/s'}