Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φωνητός
φωρά
φωράω
φωριαμός
φωρίδιος
φώριος
φώρ
φώς
φωστήρ
φωσφόρος
φωταγωγός
φωτεινός
φωτίζω
φωτισμός
χάζω
χάϊος
χαιρηδών
χαίρω
χαιτήεις
χαίτη
χαίτωμα
View word page
φωταγωγός
φωταγωγός φωτ-ᾰγωγός, όν guiding with a light: φωταγωγός (sc. θύρα) , an opening for light, a window, Luc.
ShortDef
guiding with a light
Debugging
Headword:
φωταγωγός
Headword (normalized):
φωταγωγός
Headword (normalized/stripped):
φωταγωγος
IDX:
35379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35419
Key:
fwtagwgo/s
Data
{'content': 'φωταγωγός\n φωτ-ᾰγωγός, όν\n guiding with a light: φωταγωγός (sc. θύρα) , an opening for light, a window, Luc.', 'key': 'fwtagwgo/s'}