Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φωνασκικός
φωνασκός
φωνέω
φωνήεις
φώνημα
φωνή
φωνητός
φωρά
φωράω
φωριαμός
φωρίδιος
φώριος
φώρ
φώς
φωστήρ
φωσφόρος
φωταγωγός
φωτεινός
φωτίζω
φωτισμός
χάζω
View word page
φωρίδιος
φωρίδιος φωρίδιος, α, ον poetic for φώριος stolen, Anth.
ShortDef
stolen
Debugging
Headword:
φωρίδιος
Headword (normalized):
φωρίδιος
Headword (normalized/stripped):
φωριδιος
IDX:
35373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35413
Key:
fwri/dios
Data
{'content': 'φωρίδιος\n φωρίδιος, α, ον\n poetic for φώριος\n stolen, Anth.', 'key': 'fwri/dios'}