Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Φωκεύς
φώκη
Φωκικός
Φωκίς
φωλάς
φωλεός
φωλεύω
φωνασκέω
φωνασκία
φωνασκικός
φωνασκός
φωνέω
φωνήεις
φώνημα
φωνή
φωνητός
φωρά
φωράω
φωριαμός
φωρίδιος
φώριος
View word page
φωνασκός
φωνασκός φων-ασκός, οῦ, ὁ, ἀσκέω one who exercises the voice, a singing-master, declaiming-master, Sueton.
ShortDef
one who exercises the voice, a singing-master, declaiming-master
Debugging
Headword:
φωνασκός
Headword (normalized):
φωνασκός
Headword (normalized/stripped):
φωνασκος
IDX:
35364
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35404
Key:
fwnasko/s
Data
{'content': 'φωνασκός\n φων-ασκός, οῦ, ὁ,\n ἀσκέω\n one who exercises the voice, a singing-master, declaiming-master, Sueton.', 'key': 'fwnasko/s'}