Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φύσας
φυσάω
φύσημα
φυσητήρ
φυσίαμα
φυσιάω
φυσιγγόομαι
φυσίγναθος
φυσιγνώμων
φῦσιγξ
φυσίζοος
φυσικός
φυσιογνωμονέω
φυσιογνώμων
φυσιόω
φύσις
φυσίωσις
φύσκη
φύς
φυστή
φύστις
View word page
φυσίζοος
φυσίζοος φῡσί-ζοος, ον, φύω, ζωή life-producing, Hom.
ShortDef
producing
Debugging
Headword:
φυσίζοος
Headword (normalized):
φυσίζοος
Headword (normalized/stripped):
φυσιζοος
IDX:
35323
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35363
Key:
fusi/zous
Data
{'content': 'φυσίζοος\n φῡσί-ζοος, ον,\n φύω, ζωή\n life-producing, Hom.', 'key': 'fusi/zous'}