Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

φύρω
φῦσα
φύσας
φυσάω
φύσημα
φυσητήρ
φυσίαμα
φυσιάω
φυσιγγόομαι
φυσίγναθος
φυσιγνώμων
φῦσιγξ
φυσίζοος
φυσικός
φυσιογνωμονέω
φυσιογνώμων
φυσιόω
φύσις
φυσίωσις
φύσκη
φύς
View word page
φυσιγνώμων
φυσιγνώμων φῠσι-γνώμων, ον, = φυσιογνώμων, Theocr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φυσιγνώμων
Headword (normalized):
φυσιγνώμων
Headword (normalized/stripped):
φυσιγνωμων
IDX:
35321
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35361
Key:
fusignw/mwn

Data

{'content': 'φυσιγνώμων\n φῠσι-γνώμων, ον,\n = φυσιογνώμων, Theocr.', 'key': 'fusignw/mwn'}