Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀνωρύομαι
ἀνώτατος
ἀνωτερικός
ἀνώτερος
ἀνωφελής
ἀνωφέλητος
ἀνώχυρος
ἄξενος
Ἄξεινος
ἄξεστος
ἀξιάγαστος
ἀξιάκουστος
ἀξιακρόατος
ἀξία
ἀξιαφήγητος
ἀξιέπαινος
ἀξιέραστος
ἀξίνη
ἀξιοβίωτος
ἀξιοεργός
ἀξιοζήλωτος
View word page
ἀξιάγαστος
ἀξιάγαστος worth admiring, admirable, Xen.

ShortDef

worth admiring, admirable

Debugging

Headword:
ἀξιάγαστος
Headword (normalized):
ἀξιάγαστος
Headword (normalized/stripped):
αξιαγαστος
IDX:
3528
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3529
Key:
a)cia/gastos

Data

{'content': 'ἀξιάγαστος\n worth admiring, admirable, Xen.', 'key': 'a)cia/gastos'}