Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φόως
φράγδην
φραγέλλιον
φραγελλόω
φράγμα
φραγμός
φραδάζω
φραδή
φραδής
φραδμοσύνη
φράδμων
φράζω
φράσις
φράσσω
φράτηρ
φρατορικός
φράτρα
φρατριάζω
φρατρίαρχος
φράτριος
φρέαρ
View word page
φράδμων
φράδμων φράδμων, ονος, = φραδής, Il., Orac. ap. Hdt.
ShortDef
understanding, wise, shrewd
Debugging
Headword:
φράδμων
Headword (normalized):
φράδμων
Headword (normalized/stripped):
φραδμων
IDX:
35147
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35187
Key:
fra/dmwn
Data
{'content': 'φράδμων\n φράδμων, ονος,\n = φραδής, Il., Orac. ap. Hdt.', 'key': 'fra/dmwn'}