Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φορτικός
φορτίον
φορτίς
φόρτος
φορύνω
φορύσσω
φορυτός
φόωσδε
φόως
φράγδην
φραγέλλιον
φραγελλόω
φράγμα
φραγμός
φραδάζω
φραδή
φραδής
φραδμοσύνη
φράδμων
φράζω
φράσις
View word page
φραγέλλιον
φραγέλλιον φρᾰγέλλιον, ου, τό, Lat. flagellum, a scourge, NTest.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
φραγέλλιον
Headword (normalized):
φραγέλλιον
Headword (normalized/stripped):
φραγελλιον
IDX:
35139
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35179
Key:
frage/llion
Data
{'content': 'φραγέλλιον\n φρᾰγέλλιον, ου, τό,\n Lat. flagellum, a scourge, NTest.', 'key': 'frage/llion'}