Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φόρος
φορτηγέω
φορτηγία
φορτηγικός
φορτηγός
φορτίζω
φορτικός
φορτίον
φορτίς
φόρτος
φορύνω
φορύσσω
φορυτός
φόωσδε
φόως
φράγδην
φραγέλλιον
φραγελλόω
φράγμα
φραγμός
φραδάζω
View word page
φορύνω
φορύνω φορύ_νω, only in imperf. pass. to be spoiled, defiled, Od. deriv. uncertain
ShortDef
to be spoiled, defiled
Debugging
Headword:
φορύνω
Headword (normalized):
φορύνω
Headword (normalized/stripped):
φορυνω
IDX:
35133
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35173
Key:
foru/nw
Data
{'content': 'φορύνω\n φορύ_νω,\n only in imperf. pass.\n to be spoiled, defiled, Od.\n deriv. uncertain', 'key': 'foru/nw'}