Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Φοῖνιξ
φοῖνιξ
φοίνιος
φοινίσσω
φοινός
φοιταλέος
φοιταλιώτης
φοιτάς
φοιτάω
φοίτησις
φοιτητής
φοῖτος
φολκός
φόλλις
φόναξ
φονάω
φόνευμα
φονεύς
φονεύω
φονή
φονικός
View word page
φοιτητής
φοιτητής φοιτητής, οῦ, ὁ, φοιτάω 1. 4 a scholar, pupil, Plat.
ShortDef
a scholar, pupil
Debugging
Headword:
φοιτητής
Headword (normalized):
φοιτητής
Headword (normalized/stripped):
φοιτητης
IDX:
35084
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35124
Key:
foithth/s
Data
{'content': 'φοιτητής\n φοιτητής, οῦ, ὁ,\n φοιτάω 1. 4\n a scholar, pupil, Plat.', 'key': 'foithth/s'}