Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φοινικήϊος
Φοινίκη
Φοινικικός
φοινικίς
φοινικιστής
Φοινικιστί
φοινικόβαπτος
φοινικοβατέω
φοινικοδάκτυλος
φοινικόεις
φοινικόκροκος
φοινικόλοφος
φοινικοπάρηος
φοινικόπεζα
φοινικόπτερος
φοινικοσκελής
φοινικοστερόπας
Φοινικόστολος
φοινικοφαής
Φοῖνιξ
φοῖνιξ
View word page
φοινικόκροκος
φοινικόκροκος φοινῑκό-κροκος, ον, κρόκη of purple woof, Pind.
ShortDef
of purple woof
Debugging
Headword:
φοινικόκροκος
Headword (normalized):
φοινικόκροκος
Headword (normalized/stripped):
φοινικοκροκος
IDX:
35065
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35105
Key:
foiniko/krokos
Data
{'content': 'φοινικόκροκος\n φοινῑκό-κροκος, ον,\n κρόκη\n of purple woof, Pind.', 'key': 'foiniko/krokos'}