Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Φοιβηΐς
Φοίβη
φοιβόληπτος
φοῖβος
φοινήεις
φοινικάνθεμος
φοινίκεος
φοινικήϊος
Φοινίκη
Φοινικικός
φοινικίς
φοινικιστής
Φοινικιστί
φοινικόβαπτος
φοινικοβατέω
φοινικοδάκτυλος
φοινικόεις
φοινικόκροκος
φοινικόλοφος
φοινικοπάρηος
φοινικόπεζα
View word page
φοινικίς
φοινικίς φοινῑκίς, ίδος, ἡ, φοῖνιξ a red or purple cloth, Ar., Xen. a red cloak, Ar.; φοινικίδʼ ὀξεῖαν πάνυ a red cloak as bright as bright can be, Ar. a red curtain or carpet, Aeschin. a red flag, Lys., Polyb.

ShortDef

a red cloth, cloak, banner; an ornamental palm tree

Debugging

Headword:
φοινικίς
Headword (normalized):
φοινικίς
Headword (normalized/stripped):
φοινικις
IDX:
35058
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35098
Key:
foiniki/s

Data

{'content': 'φοινικίς\n φοινῑκίς, ίδος, ἡ,\n φοῖνιξ\n a red or purple cloth, Ar., Xen.\n a red cloak, Ar.; φοινικίδʼ ὀξεῖαν πάνυ a red cloak as bright as bright can be, Ar.\n a red curtain or carpet, Aeschin.\n a red flag, Lys., Polyb.', 'key': 'foiniki/s'}