Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φλογωπός
φλόγωσις
φλογώψ
φλόϊνος
φλοιός
φλοῖσβος
φλόξ
φλόος
φλυαρέω
φλυαρία
φλύαρος
φλυαρώδης
φλύκταινα
φλύω
φοβερός
φοβερότης
φοβεσιστράτη
φοβέω
φόβημα
φόβη
φοβητέος
View word page
φλύαρος
φλύαρος φλύᾱρος, ὁ, φλύω silly talk, foolery, nonsense, Ar. a silly talker, tatler, babbler, Plat., NTest.
ShortDef
silly talk, foolery, nonsense
Debugging
Headword:
φλύαρος
Headword (normalized):
φλύαρος
Headword (normalized/stripped):
φλυαρος
IDX:
35028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35068
Key:
flu/aros
Data
{'content': 'φλύαρος\n φλύᾱρος, ὁ,\n φλύω\n silly talk, foolery, nonsense, Ar.\n a silly talker, tatler, babbler, Plat., NTest.', 'key': 'flu/aros'}