Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φλάζω
φλαττόθρατ
φλαυρίζω
φλαῦρος
φλαυρότης
φλαυρουργός
φλάω
φλεγέθω
φλεγμαίνω
φλέγμα
φλεγματώδης
Φλέγρα
φλεγύας
φλεγυρός
φλέγω
φλέδων
φλέξις
φλέψ
φλέω
φλέως
φληναφάω
View word page
φλεγματώδης
φλεγματώδης φλεγμᾰτ-ώδης, ες εἶδος inflammatory, Plat.
ShortDef
inflammatory
Debugging
Headword:
φλεγματώδης
Headword (normalized):
φλεγματώδης
Headword (normalized/stripped):
φλεγματωδης
IDX:
34995
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n35035
Key:
flegmatw/dhs
Data
{'content': 'φλεγματώδης\n φλεγμᾰτ-ώδης, ες\n εἶδος\n inflammatory, Plat.', 'key': 'flegmatw/dhs'}