Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φιλόφιλος
φιλοφρονέομαι
φιλοφροσύνη
φιλόφρων
φιλοχορευτής
φιλόχορος
φιλοχρηματέω
φιλοχρηματία
φιλοχρηματιστής
φιλοχρήματος
φιλοχρημοσύνη
φιλόχρηστος
φιλόχρυσος
φιλοχωρέω
φιλοχωρία
φιλόχωρος
φιλοψευδής
φιλόψογος
φιλοψυχέω
φιλοψυχητέος
φιλοψυχία
View word page
φιλοχρημοσύνη
φιλοχρημοσύνη φῐλοχρημοσύνη, ἡ, = φιλοχρηματία, Plat., Anth.
ShortDef
love of money
Debugging
Headword:
φιλοχρημοσύνη
Headword (normalized):
φιλοχρημοσύνη
Headword (normalized/stripped):
φιλοχρημοσυνη
IDX:
34956
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34996
Key:
filoxrhmosu/nh
Data
{'content': 'φιλοχρημοσύνη\n φῐλοχρημοσύνη, ἡ,\n = φιλοχρηματία, Plat., Anth.', 'key': 'filoxrhmosu/nh'}