Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φιλοσκώμμων
φιλοσοφέω
φιλοσοφητέος
φιλοσοφία
φιλόσοφος
φιλοσπῆλυγξ
φιλόσπονδος
φίλος
φιλοστέφανος
φιλόστονος
φιλοστοργία
φιλόστοργος
φιλοστρατιώτης
φιλοσώματος
φιλότεκνος
φιλοτεχνέω
φιλότεχνος
φιλοτήσιος
φιλότης
φιλοτιμέομαι
φιλοτίμημα
View word page
φιλοστοργία
φιλοστοργία φῐλοστοργία, ἡ, tender love, affectionateness, Xen.
ShortDef
tender love, affectionateness
Debugging
Headword:
φιλοστοργία
Headword (normalized):
φιλοστοργία
Headword (normalized/stripped):
φιλοστοργια
IDX:
34930
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34970
Key:
filostorgi/a
Data
{'content': 'φιλοστοργία\n φῐλοστοργία, ἡ,\n tender love, affectionateness, Xen.', 'key': 'filostorgi/a'}