Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

φιλοποσία
φιλοπότης
φιλοπραγμοσύνη
φιλοπράγμων
φιλοπροσηγορία
φιλοπροσήγορος
φιλοπρωτεύω
φιλόπρωτος
φιλόπυρος
φιλοπωριστής
φιλόργιος
φιλόρθιος
φιλορμίστειρα
φιλορνιθία
φίλορνις
φιλορρώθων
φιλορρώξ
φιλόρτυξ
φιλόσιτος
φιλόσκηπτρος
φιλοσκήπων
View word page
φιλόργιος
φιλόργιος φῐλ-όργιος, ον, ὄργια fond of orgies, Anth.

ShortDef

fond of orgies

Debugging

Headword:
φιλόργιος
Headword (normalized):
φιλόργιος
Headword (normalized/stripped):
φιλοργιος
IDX:
34908
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34948
Key:
filo/rgios

Data

{'content': 'φιλόργιος\n φῐλ-όργιος, ον,\n ὄργια\n fond of orgies, Anth.', 'key': 'filo/rgios'}