Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

φίλοικτος
φιλοινία
φίλοινος
φιλόκαινος
φιλοκαλέω
φιλόκαλος
φιλοκαμπής
φιλοκαρποφόρος
φιλοκέρδεια
φιλοκερδέω
φιλοκερδής
φιλοκέρτομος
φιλοκηδεμών
φιλοκίνδυνος
φιλοκισσοφόρος
φιλόκνισος
φιλόκοινος
φιλοκόλαξ
φιλοκοσμία
φιλόκοσμος
φιλόκρημνος
View word page
φιλοκερδής
φιλοκερδής φῐλο-κερδής, ές κέρδος greedy of gain, Theogn., etc.

ShortDef

greedy of gain

Debugging

Headword:
φιλοκερδής
Headword (normalized):
φιλοκερδής
Headword (normalized/stripped):
φιλοκερδης
IDX:
34821
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34861
Key:
filokerdh/s

Data

{'content': 'φιλοκερδής\n φῐλο-κερδής, ές\n κέρδος\n greedy of gain, Theogn., etc.', 'key': 'filokerdh/s'}