Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
φιλοθέωρος
φιλοθηρία
φιλόθηρος
φιλοθουκυδίδης
φιλόθυτος
φιλοθύτης
φιλοιερεύς
φιλοίκειος
φιλοικοδόμος
φιλοικτίρμων
φιλοίκτιστος
φίλοικτος
φιλοινία
φίλοινος
φιλόκαινος
φιλοκαλέω
φιλόκαλος
φιλοκαμπής
φιλοκαρποφόρος
φιλοκέρδεια
φιλοκερδέω
View word page
φιλοίκτιστος
φιλοίκτιστος φῐλ-οίκτιστος, ον, = φιλοικτίρμων, Soph.
ShortDef
prone to pity, compassionate
Debugging
Headword:
φιλοίκτιστος
Headword (normalized):
φιλοίκτιστος
Headword (normalized/stripped):
φιλοικτιστος
IDX:
34810
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n34850
Key:
filoi/ktistos
Data
{'content': 'φιλοίκτιστος\n φῐλ-οίκτιστος, ον,\n = φιλοικτίρμων, Soph.', 'key': 'filoi/ktistos'}